Η Κομισιόν δέχεται να εξαιρεθεί η ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ από την
ιδιωτικοποίηση, εάν το ζητήσει η ελληνική κυβέρνηση - Απάντηση Επιτρόπου Ρέν στο Νίκο Χουντή.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προφανώς υπό το βάρος των διεθνών
πιέσεων που ασκούνται κατά της ιδιωτικοποίησης των εταιρειών ύδρευσης στην
Ελλάδα, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη, δηλώνει απερίφραστα ότι είναι
αποκλειστικά της ελληνικής κυβέρνησης η απόφαση να πουλήσει τις εταιρείες ύδρευσης
ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ. Αυτό απαντά ο Επίτροπος Όλι Ρέν, σε σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή
του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκο Χουντή.
Πιο συγκεκριμένα, ο Νίκος Χουντής στην ερώτησή του, αφού
μνημόνευε το 1.5 εκατομμύριο υπογραφές ευρωπαίων πολιτών της πρωτοβουλίας «Right2Water»,
αλλά και το άρθρο 345 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί της υποχρέωσης
της ΕΕ να διατηρεί την ουδετερότητά της, όσν αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς των
επιχειρήσεων (δημόσιο ή ιδιωτικό), ρωτούσε την Κομισιόν κατά πόσο «θα ήταν
θετική σε ενδεχόμενο αίτημα από την ελληνική κυβέρνηση για εξαίρεση των
εταιριών ύδρευσης από το γενικό ξεπούλημα των δημοσίων επιχειρήσεων που
πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα».
Στην απάντησή του ο Επίτροπος Όλι Ρέν δηλώνει με τον πιο
κατηγορηματικό τρόπο ότι η Κομισιόν «δεν έχει πολιτική που να υποχρεώνει τα
κράτη μέλη να ιδιωτικοποιούν τις υπηρεσίες ύδρευσης», καθώς επίσης ότι «η
διαχείριση των υδάτινων πόρων αποτελεί ευθύνη των κρατών μελών, και γι αυτόν το
λόγο έχει πάρει ουδέτερη θέση επί του θέματος της δημόσιας ή της ιδιωτικής
ιδιοκτησίας των υδάτινων πόρων, σύμφωνα με το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ», αναγωρίζοντας
ταυτόχρονα ότι «το νερό είναι δημόσιο αγαθό που έχει ζωτική σημασία για τους
πολίτες».
Στη σύνεχεια της απάντησής του, ο Επίτροπος Ρέν,
αναφερόμενος συγκεκριμένα ελληνικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, δείχνει την ελληνική κυβέρνηση, τονιζοντας ότι «Τα
περιουσιακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης για τις
χώρες του προγράμματος είναι το αποτέλεσμα των αποφάσεων των εθνικών αρχών και
μόνον. Οι συζητήσεις στο πλαίσιο του προγράμματος προσαρμογής επικεντρώνονται
στις γενικές ανάγκες χρηματοδότησης του προγράμματος, περιλαμβανομένων των
εσόδων ιδιωτικοποίησης από την πώληση κρατικών περιουσιακών στοιχείων σε
επενδυτές, αλλά η κατάρτιση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και η επιλογή των
περιουσιακών στοιχείων, αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των οικείων κρατών μελών».
Παραμένει, επομένως, το ερώτημα προς την ελληνική κυβέρνηση
και το τροικάνο επιτελείο του κ. Στουρνάρα, γιατί επιμένει στο ξεπούλημα δύο
κερδοφόρων, και μάλιστα αυτού του πολύ σημαντικού χαρακτήρα, επιχειρήσεων.
Ακολουθούν η ερώτηση του Νίκου Χουντή και η απάντηση του
Επιτρόπου Όλι Ρέν:
Ερώτηση P-007557/2013 προς την Επιτροπή
Nikolaos Chountis (GUE/NGL)
Θέμα:Ιδιωτικοποίηση των εταιριών ύδατος της Ελλάδας
Ο Επίτροπος κ. Barnier, σε δήλωσή του (21/6/2013), εκδήλωσε
την προθυμία του να προχωρήσει στην «απομάκρυνση του νερού από το πεδίο
εφαρμογής της οδηγίας για τις συμβάσεις παραχώρησης», προκειμένου να πείσει
τους πολίτες ότι, «το νερό δεν είναι προς ιδιωτικοποίηση». Ταυτόχρονα, όμως, η
Επιτροπή, μέσω της Τρόικα, έχει επιβάλει στην ελληνική κυβέρνηση την πώληση των
δύο μεγαλύτερων δημόσιων επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης στην Ελλάδα, της
ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ. Με τον τρόπο αυτό, προχωρά ουσιαστικά στην ιδιωτικοποίηση
του τομέα ύδατος, ερχόμενη σε πλήρη αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις του κ.
Barnier, με το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ περί ουδετερότητας στο καθεστώς ιδιοκτησίας,
με διάφορα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά κυρίως με την επιθυμία
των Ευρωπαίων πολιτών, όπως εκφράστηκε και από τις 1,5 εκατομμύρια υπογραφές
που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια της πρωτοβουλίας right2water. Με δεδομένο
επίσης ότι οι δύο αυτές επιχειρήσεις είναι κερδοφόρες και έχουν από μόνες τους
τη δυνατότητα εκσυγχρονισμού του δικτύου τους όσο και των παρεχόμενων
υπηρεσιών, χωρίς την ανάγκη προσφυγής σε ιδιωτικά κεφάλαια, ερωτάται η
Επιτροπή:
Θα ήταν θετική σε ενδεχόμενο αίτημα από την ελληνική
κυβέρνηση για εξαίρεση των εταιριών ύδρευσης από το γενικό ξεπούλημα των
δημοσίων επιχειρήσεων που πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα; Αν ναι,
υπό ποιες προϋποθέσεις;
Απάντηση του κ. Rehn εξ ονόματος της Επιτροπής
Η Επιτροπή έχει ήδη δηλώσει ότι δεν έχει πολιτική που να
υποχρεώνει τα κράτη μέλη να ιδιωτικοποιούν τις υπηρεσίες ύδρευσης. Η Επιτροπή
αναγνωρίζει ότι το νερό είναι δημόσιο αγαθό που έχει ζωτική σημασία για τους
πολίτες και ότι η διαχείριση των υδάτινων πόρων αποτελεί ευθύνη των κρατών
μελών, και γι αυτόν το λόγο έχει πάρει ουδέτερη θέση επί του θέματος της
δημόσιας ή της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των υδάτινων πόρων, σύμφωνα με το άρθρο
345 της ΣΛΕΕ. Η Επιτροπή έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα αποσύρει το νερό από το
πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τις συμβάσεις παραχώρησης και θα συνεχίσει να παρακολουθεί από κοντά
την κατάσταση σε αυτόν τον ευαίσθητο τομέα.
Η επιλογή για το ποιες, σε ποιο βαθμό και με ποια σειρά θα
πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν οι δημόσιες επιχειρήσεις ή τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία αποτελεί
αποκλειστική ευθύνη των κρατών μελών, λαμβανομένων υπόψη των διάφορων δυσκολιών
που αντιμετωπίζουν και των στόχων που έχουν καθορίσει. Στην ΕΕ υπάρχει ένα ευρύ
φάσμα δημόσιων και ιδιωτικών ιδιοκτησιακών καθεστώτων όσον αφορά τις εταιρίες
ύδρευσης. Τόσο στα δημόσια όσο και στα ιδιωτικά καθεστώτα διαπιστώνονται
περιπτώσεις με προβλήματα αλλά και περιπτώσεις που θεωρούνται επιτυχημένες. Η
Επιτροπή εντούτοις θεωρεί ότι η ίδρυση μιας ρυθμιστικής αρχής και μια αγορά που
λειτουργεί κατά τρόπο εύρυθμο αποτελούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την
εγγύηση της επιτυχίας αυτών των καθεστώτων με στόχο την προστασία των
συμφερόντων των καταναλωτών και την διατήρηση της ποιότητας του περιβάλλοντος.
Τα περιουσιακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα
ιδιωτικοποίησης για τις χώρες του προγράμματος είναι το αποτέλεσμα των
αποφάσεων των εθνικών αρχών και μόνον. Οι συζητήσεις στο πλαίσιο του
προγράμματος προσαρμογής επικεντρώνονται στις γενικές ανάγκες χρηματοδότησης
του προγράμματος, περιλαμβανομένων των εσόδων ιδιωτικοποίησης από την πώληση
κρατικών περιουσιακών στοιχείων σε επενδυτές, αλλά η κατάρτιση του προγράμματος
ιδιωτικοποιήσεων και η επιλογή των περιουσιακών στοιχείων, αποτελεί
αποκλειστική ευθύνη των οικείων κρατών μελών.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου