Του Μανόλη Ντουντουνάκη*
Εχει χυθεί πολύ μελάνι για τους νόμους 4009/11 και 4076/12, ζητώντας τη μη εφαρμογή και την κατάργησή τους. Σήμερα, μετά το «Αθηνά» και λίγο πριν από το «Αθηνά 2», βρίσκονται σε εξέλιξη απεργίες για τις απολύσεις των διοικητικών υπάλληλων στα πανεπιστήμια, με σημαντικότατη μείωση των κονδυλίων σ’ αυτά, και υλοποιείται η ισοτιμία των ιδιωτικών «κολεγίων» με τα πανεπιστήμια. Παράλληλα, έχουμε μια πρώτη «πικρή», αλλά αναμενόμενη, γεύση από τα εκλεγμένα όργανα διοίκησης με τον νέο νόμο, όπου περισσότερο τα Συμβούλια Ιδρύματος αλλά και οι πρυτανικές αρχές σιωπούν απέναντι σε όλες τις κυβερνητικές επιθέσεις στο πανεπιστήμιο και ουσιαστικά λειτουργούν ως «εκπρόσωποι» της κυβέρνησης.
Πρόσφατα, το υπουργείο απαίτησε την άμεση σύνταξη και ψήφιση οργανισμού σε όλα τα πανεπιστήμια, χρησιμοποιώντας σαν πρόσχημα την ανάγκη ύπαρξης οργανογράμματος για τη διευθέτηση της διαθεσιμότητας του διοικητικού προσωπικού. Στην πραγματικότητα, όμως, απαιτούν η πανεπιστημιακή κοινότητα να υιοθετήσει την κυβερνητική πολιτική για τα πανεπιστήμια και να την εκφράσει σαν δική της βούληση μέσα από τους Οργανισμούς. Παράλληλα, υποβαθμίζουν τα πτυχία των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων και καταργούν τα συλλογικά επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων τους.
Δυστυχώς, σε αυτή τη συγκυρία, Πρυτανείες και Συμβούλια Ιδρύματος επιδίδονται σε αγώνα δρόμου για να συντάξουν με προχειρότητα και αδιαφάνεια χωρίς διάλογο τους Οργανισμούς των Ιδρυμάτων τους. Σύμφωνα με τον ν. 4009, ο Οργανισμός ρυθμίζει πολύ σημαντικά ζητήματα, που προηγούμενα ρυθμίζονταν από νόμους, αποτελεί δηλαδή μια ιδιαίτερη κρίσιμη πλευρά του νόμου Διαμαντοπούλου. Οι εγκριθέντες ή προτεινόμενοι Οργανισμοί στο σύνολό τους, σχεδόν, υιοθετούν:
- Την υποβάθμιση των σπουδών και τη διάσπαση της επιστημονικής ενότητας των προγραμμάτων σπουδών με την υιοθέτηση των τριών κύκλων σπουδών.
- Τη νέα δομή διοίκησης με τα Συμβούλια Ιδρύματος, τον πρύτανη, που διοικεί το Ιδρυμα υπό τον έλεγχο του Συμβουλίου, τον κοσμήτορα και τη Σύγκλητο, χωρίς τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των μελών της κοινότητας.
- Τη συμμόρφωση των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, μέσω των πειθαρχικών διώξεων.
- Την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου.
- Την ηλεκτρονική ψηφοφορία, τις διαγραφές φοιτητών, τα προγράμματα τηλεκπαίδευσης, τα σεμινάρια κατάρτισης με δίδακτρα, καθώς και πλήθος επιχειρηματικών πρακτικών.
Οι εργασιακές σχέσεις του διδακτικού και λοιπού προσωπικού στα πανεπιστήμια γίνονται πιο «σφιχτές», ενώ γενικεύονται οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις.
Κυρίαρχος, όμως, στόχος είναι η περιθωριοποίηση των πανεπιστημίων από την κοινωνία, ο περιορισμός του ηγεμονικού τους ρόλου στην κοινωνία, σε μια εποχή που έπρεπε να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Το σύνολο, σχεδόν, των Οργανισμών αντιγράφει και ενσωματώνει πολύ μεγάλο μέρος του νόμου Διαμαντοπούλου. Ομως ο ρόλος των Οργανισμών δεν είναι να αναπαράγουν τις ρυθμίσεις των νόμων, αλλά να εξασφαλίζουν τις ακαδημαϊκές λειτουργίες και να καθιερώνουν θεσμούς και διαδικασίες που εξασφαλίζουν την εκπαιδευτική και ερευνητική διαδικασία. Οι νόμοι έρχονται και παρέρχονται, αλλά οι Οργανισμοί μένουν. Στη διαδικασία σύνταξης των Οργανισμών πρέπει να υπάρχει διαφάνεια, διάλογος, σύνεση και συνεννόηση χωρίς ηγεμονισμούς, επαρκής χρόνος και η όλη διαδικασία να διέπεται από την σοβαρότητα που απαιτείται.
Τέλος, μέσα σε αυτό το κλίμα, πολλά πανεπιστήμια εκλέγουν νέες πρυτανικές αρχές και κοσμήτορες, οι οποίοι προεπιλέγονται/απορρίπτονται από τα Συμβούλια Ιδρύματος με κύριο κριτήριο την αποδοχή αυτής της πολιτικής. Πανεπιστημιακοί δάσκαλοι μη αρεστοί, που αντιτίθενται στο υπάρχον νομικό πλαίσιο των πανεπιστημίων ή με αριστερή ιδεολογία, αποκλείονται προκαταβολικά από τη διαδικασία των εκλογών.
Αυτές οι εξελίξεις και ο μαρασμός χαρακτηρίζουν τη ζωή στα πανεπιστήμια. Για όσους διεκδικούν ακόμα το δημόσιο, δωρεάν πανεπιστήμιο, ο αγώνας για την ανατροπή των «μεταρρυθμίσεων», και της συνολικής πολιτικής που τις επιβάλλει, είναι ο μοναδικός δρόμος.
Εχει χυθεί πολύ μελάνι για τους νόμους 4009/11 και 4076/12, ζητώντας τη μη εφαρμογή και την κατάργησή τους. Σήμερα, μετά το «Αθηνά» και λίγο πριν από το «Αθηνά 2», βρίσκονται σε εξέλιξη απεργίες για τις απολύσεις των διοικητικών υπάλληλων στα πανεπιστήμια, με σημαντικότατη μείωση των κονδυλίων σ’ αυτά, και υλοποιείται η ισοτιμία των ιδιωτικών «κολεγίων» με τα πανεπιστήμια. Παράλληλα, έχουμε μια πρώτη «πικρή», αλλά αναμενόμενη, γεύση από τα εκλεγμένα όργανα διοίκησης με τον νέο νόμο, όπου περισσότερο τα Συμβούλια Ιδρύματος αλλά και οι πρυτανικές αρχές σιωπούν απέναντι σε όλες τις κυβερνητικές επιθέσεις στο πανεπιστήμιο και ουσιαστικά λειτουργούν ως «εκπρόσωποι» της κυβέρνησης.
Πρόσφατα, το υπουργείο απαίτησε την άμεση σύνταξη και ψήφιση οργανισμού σε όλα τα πανεπιστήμια, χρησιμοποιώντας σαν πρόσχημα την ανάγκη ύπαρξης οργανογράμματος για τη διευθέτηση της διαθεσιμότητας του διοικητικού προσωπικού. Στην πραγματικότητα, όμως, απαιτούν η πανεπιστημιακή κοινότητα να υιοθετήσει την κυβερνητική πολιτική για τα πανεπιστήμια και να την εκφράσει σαν δική της βούληση μέσα από τους Οργανισμούς. Παράλληλα, υποβαθμίζουν τα πτυχία των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων και καταργούν τα συλλογικά επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων τους.
Δυστυχώς, σε αυτή τη συγκυρία, Πρυτανείες και Συμβούλια Ιδρύματος επιδίδονται σε αγώνα δρόμου για να συντάξουν με προχειρότητα και αδιαφάνεια χωρίς διάλογο τους Οργανισμούς των Ιδρυμάτων τους. Σύμφωνα με τον ν. 4009, ο Οργανισμός ρυθμίζει πολύ σημαντικά ζητήματα, που προηγούμενα ρυθμίζονταν από νόμους, αποτελεί δηλαδή μια ιδιαίτερη κρίσιμη πλευρά του νόμου Διαμαντοπούλου. Οι εγκριθέντες ή προτεινόμενοι Οργανισμοί στο σύνολό τους, σχεδόν, υιοθετούν:
- Την υποβάθμιση των σπουδών και τη διάσπαση της επιστημονικής ενότητας των προγραμμάτων σπουδών με την υιοθέτηση των τριών κύκλων σπουδών.
- Τη νέα δομή διοίκησης με τα Συμβούλια Ιδρύματος, τον πρύτανη, που διοικεί το Ιδρυμα υπό τον έλεγχο του Συμβουλίου, τον κοσμήτορα και τη Σύγκλητο, χωρίς τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των μελών της κοινότητας.
- Τη συμμόρφωση των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, μέσω των πειθαρχικών διώξεων.
- Την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου.
- Την ηλεκτρονική ψηφοφορία, τις διαγραφές φοιτητών, τα προγράμματα τηλεκπαίδευσης, τα σεμινάρια κατάρτισης με δίδακτρα, καθώς και πλήθος επιχειρηματικών πρακτικών.
Οι εργασιακές σχέσεις του διδακτικού και λοιπού προσωπικού στα πανεπιστήμια γίνονται πιο «σφιχτές», ενώ γενικεύονται οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις.
Κυρίαρχος, όμως, στόχος είναι η περιθωριοποίηση των πανεπιστημίων από την κοινωνία, ο περιορισμός του ηγεμονικού τους ρόλου στην κοινωνία, σε μια εποχή που έπρεπε να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Το σύνολο, σχεδόν, των Οργανισμών αντιγράφει και ενσωματώνει πολύ μεγάλο μέρος του νόμου Διαμαντοπούλου. Ομως ο ρόλος των Οργανισμών δεν είναι να αναπαράγουν τις ρυθμίσεις των νόμων, αλλά να εξασφαλίζουν τις ακαδημαϊκές λειτουργίες και να καθιερώνουν θεσμούς και διαδικασίες που εξασφαλίζουν την εκπαιδευτική και ερευνητική διαδικασία. Οι νόμοι έρχονται και παρέρχονται, αλλά οι Οργανισμοί μένουν. Στη διαδικασία σύνταξης των Οργανισμών πρέπει να υπάρχει διαφάνεια, διάλογος, σύνεση και συνεννόηση χωρίς ηγεμονισμούς, επαρκής χρόνος και η όλη διαδικασία να διέπεται από την σοβαρότητα που απαιτείται.
Τέλος, μέσα σε αυτό το κλίμα, πολλά πανεπιστήμια εκλέγουν νέες πρυτανικές αρχές και κοσμήτορες, οι οποίοι προεπιλέγονται/απορρίπτονται από τα Συμβούλια Ιδρύματος με κύριο κριτήριο την αποδοχή αυτής της πολιτικής. Πανεπιστημιακοί δάσκαλοι μη αρεστοί, που αντιτίθενται στο υπάρχον νομικό πλαίσιο των πανεπιστημίων ή με αριστερή ιδεολογία, αποκλείονται προκαταβολικά από τη διαδικασία των εκλογών.
Αυτές οι εξελίξεις και ο μαρασμός χαρακτηρίζουν τη ζωή στα πανεπιστήμια. Για όσους διεκδικούν ακόμα το δημόσιο, δωρεάν πανεπιστήμιο, ο αγώνας για την ανατροπή των «μεταρρυθμίσεων», και της συνολικής πολιτικής που τις επιβάλλει, είναι ο μοναδικός δρόμος.
* Τέως πρόεδρος ΠΟΣΕΕΔΙΠ ΑΕΙ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου